μεταβλητός
[metavliˈtos], μεταβλητή, μεταβλητόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- veränderlichμεταβλητόςμεταβλητός
- unbeständigμεταβλητός καιρόςμεταβλητός καιρός