καταρράκτης
[kataˈraktis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Wasserfallαρσενικό | Maskulinum, männlich mκαταρράκτηςκαταρράκτης
- grauer Starαρσενικό | Maskulinum, männlich mκαταρράκτης ιατρική | Medizinιατρκαταρράκτης ιατρική | Medizinιατρ