Traducción Griego-Alemán para "επιτροπή"

"επιτροπή" en Alemán

επιτροπή
[epitroˈpi]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Vista general de todas las traducciones

(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)

  • Ausschussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    επιτροπή
    Kommissionθηλυκό | Femininum, weiblich f
    επιτροπή
    Komiteeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    επιτροπή
    επιτροπή
ejemplos
  • επιτροπή ανταγωνισμού
    Kartellamtουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    επιτροπή ανταγωνισμού
  • επιτροπή δεοντολογίας
    Ethikkommissionθηλυκό | Femininum, weiblich f
    επιτροπή δεοντολογίας
  • Επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f δικαιωμάτων του ανθρώπου
    Menschenrechtskommissionθηλυκό | Femininum, weiblich f
    Επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f δικαιωμάτων του ανθρώπου
  • ocultar ejemplosmostrar más ejemplos
κεντρική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Zentralkomiteeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
κεντρική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
ανακριτική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Ermittlungsausschussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ανακριτική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
εκτελεστική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Fraktionsvorstandαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εκτελεστική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
εξεταστική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Prüfungsausschussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Prüfungskommissionθηλυκό | Femininum, weiblich f
εξεταστική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
κοινοβουλευτική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Parlamentsausschussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κοινοβουλευτική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
γνωμοδοτική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Beiratαρσενικό | Maskulinum, männlich m
γνωμοδοτική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
δημοσιονομική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Finanzausschussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
δημοσιονομική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
τοπική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Ortsverbandαρσενικό | Maskulinum, männlich m
τοπική επιτροπήθηλυκό | Femininum, weiblich f

¡Denos su opinión!

¿Qué le parece el diccionario en línea de Langenscheidt?

¡Muchas gracias por su valoración!

¿Tiene algún comentario sobre nuestros diccionarios en línea?

¿Falta alguna traducción, hay algún error o quiere elogiar nuestra labor? Rellene el formulario con sus comentarios. Indicar el correo electrónico es opcional y, conforme a nuestra política de privacidad, solo se utilizará para responder a su consulta.

Por favor, confirme que es usted una persona marcando la casilla de confirmación.*

*Campo obligatorio

Por favor, complete los campos marcados.

¡Muchas gracias por su comentario!

Visítenos en: