„επικλινής“ επικλινής [epikliˈnis], επικλινής, επικλινέςεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) schräg, geneigt schräg επικλινής κατηφορικός επικλινής κατηφορικός geneigt επικλινής και | undκ. μαθηματικά | Mathematikμαθ επικλινής και | undκ. μαθηματικά | Mathematikμαθ