γυμναστική
[jimnastiˈkji]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
ejemplos
- γυμναστική με αλτήρεςHanteltrainingουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- γυμναστική σε πάτωμαBodenturnenουδέτερο | Neutrum, sächlich n