γραμματικός
[ɣramatiˈkos], γραμματική, γραμματικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- grammatischγραμματικόςγραμματικός
ejemplos
- γραμματικό λάθοςουδέτερο | Neutrum, sächlich nGrammatikfehlerαρσενικό | Maskulinum, männlich m