γηροκομείο
[jirokoˈmio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Altenheimουδέτερο | Neutrum, sächlich nγηροκομείοSeniorenheimουδέτερο | Neutrum, sächlich nγηροκομείογηροκομείο