βρισιά
[vriˈsja]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Schimpfwortουδέτερο | Neutrum, sächlich nβρισιά υβριστική λέξηβρισιά υβριστική λέξη
- Beschimpfungθηλυκό | Femininum, weiblich fβρισιά προσβολήBeleidigungθηλυκό | Femininum, weiblich fβρισιά προσβολήβρισιά προσβολή
- Fluchαρσενικό | Maskulinum, männlich mβρισιά κατάραβρισιά κατάρα