„Ανατολή“: θηλυκό Ανατολή [anatoˈli]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Orient Orientαρσενικό | Maskulinum, männlich m Ανατολή Ανατολή ejemplos η Εγγύς/Μέση/Άπω Ανατολή der Nahe/Mittlere/Ferne Osten η Εγγύς/Μέση/Άπω Ανατολή
„ανατολή“: θηλυκό ανατολή [anatoˈli]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Aufgang, Ost Ost(en)αρσενικό | Maskulinum, männlich m ανατολή ανατολή Aufgangαρσενικό | Maskulinum, männlich m ανατολή του ηλίου ανατολή του ηλίου ejemplos ανατολή του ηλίου Sonnenaufgangαρσενικό | Maskulinum, männlich m ανατολή του ηλίου ανατολή του φεγγαριού Mondaufgangαρσενικό | Maskulinum, männlich m ανατολή του φεγγαριού