αναγνωρίζω
[anaɣnoˈrizo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-σα; -στηκα; -σμένος>Vista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- (wieder) erkennenαναγνωρίζωαναγνωρίζω
- anerkennenαναγνωρίζω παραδέχομαιαναγνωρίζω παραδέχομαι
- würdigenαναγνωρίζω εκτιμώαναγνωρίζω εκτιμώ
- respektierenαναγνωρίζω σέβομαιαναγνωρίζω σέβομαι
- anerkennenαναγνωρίζω πατρότητααναγνωρίζω πατρότητα
- identifizierenαναγνωρίζω πτώμα, δράστηαναγνωρίζω πτώμα, δράστη
- einsehenαναγνωρίζω λάθοςαναγνωρίζω λάθος