αγωνίστρια
[aɣoˈnistria]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Kämpferinθηλυκό | Femininum, weiblich fαγωνίστρια γεναγωνίστρια γεν
- Wettkämpferinθηλυκό | Femininum, weiblich fαγωνίστρια αθλητισμός | Sportαθλαγωνίστρια αθλητισμός | Sportαθλ