oberflächlich
Adjektiv | επίθετο, ως επίθετο adjin übertragenem Sinn | μεταφορικάfigVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- επιφανειακόςoberflächlichoberflächlich
- επιφανειακός, επιπόλαιοςoberflächlich Charakteroberflächlich Charakter