Traducción Griego-Alemán para "χώρος"

"χώρος" en Alemán

χώρος
[ˈxoros]αρσενικό | Maskulinum, männlich m

Vista general de todas las traducciones

(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)

  • Raumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    χώρος γεν φυσ μαθηματικά | Mathematikμαθ
    χώρος γεν φυσ μαθηματικά | Mathematikμαθ
  • Platzαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    χώρος ελεύθερο μέρος
    Räumlichkeitθηλυκό | Femininum, weiblich f
    χώρος ελεύθερο μέρος
    χώρος ελεύθερο μέρος
  • Geländeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    χώρος επιφάνεια
    χώρος επιφάνεια
  • Gebietουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    χώρος πεδίο μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    χώρος πεδίο μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
ejemplos
  • κάνω χώρο (σε κάποιον)
    (jemandem) Platz machen
    κάνω χώρο (σε κάποιον)
  • κάνω χώρο (σε κάποιον)
    κάνω χώρο (σε κάποιον)
  • έχει χώρο
    es ist (noch) Platz
    έχει χώρο
  • ocultar ejemplosmostrar más ejemplos
οικονομικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Wirtschaftsraumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
οικονομικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
απαλλοτριωμένος χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Baustelleθηλυκό | Femininum, weiblich f
Baugeländeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
απαλλοτριωμένος χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ζωτικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Lebensraumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ζωτικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εκθεσιακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Ausstellungshalleθηλυκό | Femininum, weiblich f
εκθεσιακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κενός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Nieteθηλυκό | Femininum, weiblich f
κενός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κοινόχρηστος χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Gemeinschaftsraumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κοινόχρηστος χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εναέριος χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Luftraumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εναέριος χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εκθεσιακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Ausstellungsgeländeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εκθεσιακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m σταθμεύσεως
Parkplatzαρσενικό | Maskulinum, männlich m
χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m σταθμεύσεως
επιχειρησιακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Operationsgebietουδέτερο | Neutrum, sächlich n
επιχειρησιακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μεσογειακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Mittelmeerraumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μεσογειακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
αποθηκευτικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Stauraumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
αποθηκευτικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
επαγγελματικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Gewerbeflächeθηλυκό | Femininum, weiblich f
επαγγελματικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μεγάλος χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Großraumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
μεγάλος χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πολιτιστικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Kulturkreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πολιτιστικός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εργασιακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Arbeitsweltθηλυκό | Femininum, weiblich f
εργασιακός χώροςαρσενικό | Maskulinum, männlich m

¡Denos su opinión!

¿Qué le parece el diccionario en línea de Langenscheidt?

¡Muchas gracias por su valoración!

¿Tiene algún comentario sobre nuestros diccionarios en línea?

¿Falta alguna traducción, hay algún error o quiere elogiar nuestra labor? Rellene el formulario con sus comentarios. Indicar el correo electrónico es opcional y, conforme a nuestra política de privacidad, solo se utilizará para responder a su consulta.

Por favor, confirme que es usted una persona marcando la casilla de confirmación.*

*Campo obligatorio

Por favor, complete los campos marcados.

¡Muchas gracias por su comentario!

Visítenos en: